Μετάβαση στο κύριο περιεχόμενο

Έννοια κατοικίας. Θυροκόλληση εγγράφων



Παρατίθεται κατωτέρω απόσπασμα της υπ. αρ. 84/2011 απόφασης του Εφετείου Πειραιά, δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ. 


«… Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 501, 502 παρ. 1, 503 παρ. 1, 505 παρ. 1 και 509 Κ.Πολ.Δ., προκύπτουν τα ακόλουθα: Η ερήμην εκδοθείσα απόφαση προσβάλλεται με αιτιολογημένη ανακοπή ερημοδικίας από τον ερημοδικασθέντα διάδικο και ειδικότερα αν αυτός δεν κλητεύθηκε καθόλου ή νομίμως ή εμπροθέσμως ή αν συντρέχει λόγος ανώτερης βίας. Αν η ανακοπή ασκηθεί εμπροθέσμως και σύμφωνα με τις νόμιμες διατυπώσεις και πιθανολογείται ότι είναι βάσιμοι οι λόγοι της, οι οποίοι θα διαγνωσθούν με βάση τα στοιχεία που επικαλούνται και προσκομίζουν προαποδεικτικώς οι διάδικοι, τότε το δικαστήριο εξαφανίζει την ερήμην απόφαση, διατάσσει την επιστροφή του παραβόλου και αμέσως προχωρεί στην εξέταση της διαφοράς, αφού οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την απόφαση που εξαφανίσθηκε. Άλλως, αν δηλαδή η ανακοπή δεν ασκήθηκε νομίμως και εμπροθέσμως ή αν δεν πιθανολογείται η βασιμότητα του λόγου της, το δικαστήριο απορρίπτει την ανακοπή και διατάσσει την εισαγωγή του παραβόλου στο δημόσιο ταμείο. Στην περίπτωση αυτή ο διάδικος μπορεί να προσβάλει την απορριπτική απόφαση με έφεση, το δε εφετείο, δεχόμενο αυτή, θα εξαφανίσει την πρωτόδικη απόφαση, θα δεχθεί την ανακοπή, θα ακυρώσει την ερήμην πρωτόδικη συζήτηση και απόφαση και, αφού διατάξει την απόδοση του παραβόλου, θα προχωρήσει αμέσως στην εξέταση της διαφοράς (ΑΠ 1222/2000, ΑΠ 3/1995, δημ. ΝΟΜΟΣ), οπότε ο ερημοδικασθείς διάδικος δικαιούται στην νομότυπη προβολή των ισχυρισμών του έναντι αυτής. Περαιτέρω από τη διάταξη της παρ. 2 του άρθρου 128 Κ.Πολ.Δ., το οποίο ρυθμίζει τον τρόπο επιδόσεως εγγράφου όταν ο παραλήπτης απουσιάζει από την κατοικία του, προκύπτει ότι ως κατοικία θεωρείται η οικία ή το διαμέρισμα στο οποίο αυτός διημερεύει ή διανυκτερεύει, ακόμη και αν για πολύ μικρό χρονικό διάστημα δεν χρησιμοποιείται για το συγκεκριμένο σκοπό (ΑΠ 702/2007, ΑΠ 237/2006, δημ. ΝΟΜΟΣ). Για το λόγο αυτό αν ο παραλήπτης διατηρεί θερινή κατοικία, όπου διαμένει κατά τη διάρκεια του θέρους (ή βρίσκεται σε νοσοκομείο για μικρό διάστημα ή στη φυλακή), η επίδοση, πλην του θέρους, πρέπει να διενεργηθεί για το νομότυπο αυτής, στην ως άνω μόνιμη κατοικία του (Βαθρακοκοίλη Κ.Πολ.Δ., άρθρ. 128 αρ. 2, σελ. 784, Ερμ.Κ.Πολ.Δ. Κεραμέα-Κονδύλη-Νίκα, άρθρ. 128 αρ. 4, σελ. 294). Εξάλλου, από την παρ. 4 του αυτού άρθρου προκύπτει ότι για να είναι έγκυρη η θυροκόλληση του εγγράφου πρέπει εκείνος, προς τον οποίο αυτό απευθύνεται, να αναζητηθεί από τον αρμόδιο δικαστικό επιμελητή στη διεύθυνση της κατοικίας του, ήτοι στην οικία ή το διαμέρισμα υπό την άνω έννοια και όχι σε άλλο οίκημα και μόνον αν ο παραλήπτης δεν βρεθεί εκεί, ούτε άλλος σύνοικος, πρέπει να επικολλάται στη θύρα της εν λόγω κατοικίας του, τηρουμένων και των προϋποθέσεων που ορίζονται στις περιπτώσεις β και γ της ιδίας παραγράφου (Βαθρακοκοίλη, ό.α., αρ. 37, σελ. 792). Τέλος, από τις ανωτέρω διατάξεις σε συνδυασμό με εκείνες των άρθρων 122, 124 παρ. 2, 139, 435 και 440 Κ.Πολ.Δ., η βεβαίωση την έκθεση επιδόσεως ότι στη συγκεκριμένη διεύθυνση, όπου έγινε η επίδοση του εγγράφου, είναι η κατοικία αυτού που το παρέλαβε, είναι περιστατικά την αλήθεια του οποίου όφειλε να διαπιστώσει ο δικαστικός επιμελητής και εντεύθεν αυτό επιδέχεται ανταπόδειξη χωρίς να προσβληθεί ως πλαστό, το βάρος δε της ανταποδείξεως φέρει σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 338 του ίδιου Κώδικα, εκείνος που αμφισβητεί την αλήθεια της σχετικής βεβαιώσεως στην έκθεση του επιμελητή (ΑΠ 1908/2008, ΑΠ 1553/2008, ΑΠ 361/2004, δημ. ΝΟΜΟΣ). Εν προκειμένω, από τις ένορκες καταθέσεις των μαρτύρων των διαδίκων ... ενώπιον του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου, που περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά δημόσιας συνεδριάσεώς του και από τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, αποδεικνύονται τα ακόλουθα: Η καθής η ανακοπή και ήδη εφεσίβλητη άσκησε κατά του ανακόπτοντος και ήδη εκκαλούντος, ως «κατοίκου Αχαρνών, ...», την από 21-6-2003 αγωγή της περί νομιμότοκης καταβολής ποσού 9.000 ευρώ, λόγω καταπτώσεως συμφωνηθείσας ποινικής ρήτρας από την μη έγκαιρη παράδοση του εκτελεσθέντος από αυτόν έργου. Κατά την ορισθείσα δικάσιμο της 5-3-2004 η συζήτηση της αγωγής ματαιώθηκε και η ενάγουσα με την από 17-3-2004 κλήση της επανέφερε αυτήν προς συζήτηση για την αρμοδίως ορισθείσα δικάσιμο της 11-11-2005. Κατά τη δικάσιμο αυτή έλαβε χώρα η συζήτηση της αγωγής, ερήμην του εναγομένου και έγινε δεκτή με την υπ’ αριθμ. 5661/2005 οριστική απόφαση του άνω δικαστηρίου, την οποία προσβάλλει ο τελευταίος με την ένδικη ανακοπή ερημοδικίας του, επικαλούμενος ότι οι προς αυτόν επιδόσεις της αγωγής και της κλήσεως έγιναν ακύρως στη θερινή κατοικία του στη Σαλαμίνα (...) και όχι στη μόνιμη κατοικία του επί της οδού........ στις Αχαρνές, με συνέπεια να μη λάβει γνώση τόσο του δικογράφου της αγωγής, όσο και της δικασίμου συζητήσεώς της. Αναφορικά με την βασιμότητα του άνω, μοναδικού, λόγου της ανακοπής, πιθανολογούνται τα ακόλουθα: Όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες και επικαλούμενες από τους διαδίκους υπ’ αριθμ. 14169/3-7-2003 και 15540/15-4-2005 εκθέσεις επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Πρωτοδικείου Αθηνών ..., ακριβή αντίγραφα αμφοτέρων των δικογράφων (αγωγής και κλήσεως) με τις σχετικές πράξεις καταθέσεως και πράξεις ορισμού για τις 5-3-2004 και 11-11-0205 αντίστοιχα και κλήσεις προς συζήτηση κατ’ αυτές, επιδόθηκαν στον εναγόμενο «στην κατοικία του στη Σαλαμίνα, οδός ...» και στην μεν πρώτη περίπτωση το δικόγραφο της αγωγής παραδόθηκε, λόγω μη ανευρέσεως του ιδίου, στη σύζυγό του ..., που δήλωσε στην άνω δικαστική επιμελήτρια την ιδιότητα της συνοίκου, ενώ στη δεύτερη περίπτωση το δικόγραφο της κλήσεως θυροκολλήθηκε επί της κλειστής οικίας και στη συνέχεια τηρήθηκαν οι κατ’ άρθρο 128 παρ. 4 περ. β΄ και γ΄ Κ.Πολ.Δ. διατυπώσεις (επίδοση σε ΑΤ Σαλαμίνας και παράδοση συστημένης επιστολής σε ΕΛΤΑ Δραπετσώνας). Όμως και στα δύο δικόγραφα ο εναγόμενος φέρεται ως κάτοικος Αχαρνών, ..., συνομολογεί δε η ενάγουσα (βλ. προτάσεις της επί της ανακοπής) ότι ο αριθμός ....... ανεγράφη εκ παραδρομής αντί του ορθού .... Πράγματι στη διεύθυνση αυτή (...) κατοικούσε ο εναγόμενος κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα και προ αυτού, με τη σύζυγό του, σε ιδιόκτητη οικία αυτής και με τα τέκνα του (βλ. προσκομιζόμενους μετ’ επικλήσεως σχετικούς λογαριασμούς ΔΕΗ και ΟΤΕ στο όνομα αυτών), την ίδια δε διεύθυνση αναφέρει τόσο σε σύμβαση εθνοδανείου που συνήψε με την ΕΤΕ στις 21-5-2003, όσο και στον ασφαλιστικό του φορέα (ΙΚΑ), όπως προκύπτει από την με ημερομηνία 7-11-2003, 10-12-2003 και 22-4-2004 αποσπάσματα ατομικού λογαριασμού ασφαλίσεως του υποκαταστήματος ΙΚΑ Αχαρνών, ήτοι της κατοικίας του. Κατά κύριο, όμως, λόγο, την ως άνω διεύθυνση δήλωσε ο εναγόμενος στην από 17-4-2003 απόδειξη πληρωμής από την ενάγουσα σ’ αυτόν ποσού 1.500 ευρώ για την αγορά τούβλων (βλ. την μετ’ επικλήσεως προσκομιζόμενη από αμφοτέρους απόδειξη), ενώ δεν προκύπτει ότι αυτός άλλαξε στο μεταξύ διεύθυνση κατοικίας και εγκαταστάθηκε στη Σαλαμίνα επί της οδού ……., η οποία αποτελούσε τη θερινή κατοικία του κατά τους μήνες Ιούλιο και Αύγουστο, όπως σαφώς αναφέρει ο εξετασθείς μάρτυρας υιός του …….. Τα ανωτέρω ενισχύονται και από τη κατάθεση του μάρτυρα …….., συζύγου της καθής η ανακοπή, ο οποίος αναφέρει επί λέξει «…….Δεν γνωρίζαμε για τη Σαλαμίνα. Η γυναίκα μου ήξερε τη διαμονή του……..», ο δε ισχυρισμός της τελευταίας ότι οι επιδόσεις είναι νόμιμες, αφού έγιναν «……..στο σπίτι που επίσης διατηρεί στη Σαλαμίνα………...», δεν είναι νόμιμος, διότι κατά το ισχύον δίκαιο δεν νοείται ο παραλήπτης του επιδοτέου εγγράφου να έχει ταυτοχρόνως δύο «κατοικίες» υπό την έννοια του άρθρου 128 Κ.Πολ.Δ. (βλ. Μπέη, Πολιτ. Δικ., άρθρ. 128, σελ. 680). Ενόψει των εκτεθέντων και σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη μείζονα σκέψη της παρούσας, η πραγματοποιηθείσα στη θερινή κατοικία του ανακόπτοντος, κατά τη διάρκεια του θέρους, επίδοση αντιγράφου της αγωγής και η παραλαβή του από τη σύνοικο σύζυγο αυτού ………., από την οποία ουδεμία βλάβη επικαλείται ότι υπέστη, είναι σύννομη, ο δε αντίθετος περί τούτου ισχυρισμός του είναι απορριπτέος ως αβάσιμος. Η επίδοση, όμως, αντιγράφου της κλήσεως στις 15-4-2005, δια θυροκολλήσεως στην ίδια ως άνω θερινή κατοικία, η οποία βρέθηκε κλειστή, είναι άκυρη, ως μη σύννομη, όπως βάσιμα υποστηρίζει ο ανακόπτων, με την επισήμανση ότι η καθής η ανακοπή δεν δικαιολογεί επαρκώς τον λόγο για τον οποίο επέλεξε την επίδοση στην ως άνω διεύθυνση και όχι σ’ εκείνη της μόνιμης κατοικίας του ανακόπτοντος, που ήταν γνωστή σ’ αυτήν. Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλουμένη απόφασή του έκρινε σύννομη και τη δεύτερη επίδοση (της κλήσεως) και απέρριψε την ανακοπή ερημοδικίας, έσφαλε κατά την εκτίμηση των προσκομισθεισών ενώπιόν του αποδείξεων. Συνεπώς, κατά παραδοχή της εφέσεως και ως κατ’ ουσίαν βάσιμης, πρέπει να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη υπ’ αριθμ. 3298/2008 απόφασή του, να κρατηθεί η υπόθεση και να δικασθεί η ένδικη ανακοπή ερημοδικίας, η οποία πρέπει να γίνει δεκτή και στην ουσία της. Ακολούθως, πρέπει να εξαφανισθεί η ερήμην του ανακόπτοντος εκδοθείσα υπ’ αριθμ. 5661/2005 απόφαση (ανακοπτόμενη) του αυτού ως άνω Δικαστηρίου και οι πράξεις που ενεργήθηκαν μετά από αυτήν, να διαταχθεί η επιστροφή του παραβόλου στον καταθέσαντα ανακόπτοντα και να προχωρήσει το παρόν Δικαστήριο στην εξέταση της από 21-6-2003 αγωγής, αφού οι διάδικοι επανέρχονται στην κατάσταση που υπήρχε πριν από την εξαφανισθείσα απόφαση…» 


Στεφανία Σουλή
Δικηγόρος- Διαπιστευμένη Διαμεσολαβήτρια 

http://www.stefaniasouli.gr/prophil/ 


Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Είσοδος σκύλου σε αυτοκινητόδρομο και πρόκληση τροχαίου ατυχήματος. Ποιος φέρει ευθύνη για αποζημίωση.

Παρατίθεται κατωτέρω απόσπασμα της υπ.αρ. 75/2016 απόφασης του Ειρηνοδικείου Λαρίσης, δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ.  "… Με το περιεχόμενο αυτό η αγωγή, παραδεκτά φέρεται προς συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό, το οποίο είναι αρμόδιο καθ` ύλη και κατά τόπο αρθρ. 14 παρ. 1, 22 Κ.Πολ.Δ.), κατά την προκείμενη τακτική διαδικασία και η οποία είναι ορισμένη, (αρθρ. 11 παρ. 2, 118 αρ. 4 και 216 ΚΠολΔ), περιέχουσα τα κατά νόμο στοιχεία για τον προσδιορισμό του είδους και του ύψους των αιτημάτων της, απορριπτομένου κάθε περί αντιθέτου ισχυρισμού της εναγομένης. Επίσης, απορριπτέα τυγχάνει η ένσταση έλλειψης παθητικής νομιμοποίησης της εναγομένης στην άσκηση της κρινόμενης αγωγής και συνακολούθως και η ένσταση αναρμοδιότητας του παρόντος Δικαστηρίου, με τον ισχυρισμό ότι υπόχρεος προς αποζημίωση του ενάγοντος είναι ο Δήμος Κ., εντός των ορίων του οποίου έλαβε χώρα το επίδικο ατύχημα, αφού ο τελευταίος είναι υπόχρεος για την περισυλλογή και απομάκρυνση αδέσποτων ζώων

Καταγγελία μίσθωσης κατοικίας για σπουδαίο λόγο

Παρατίθεται κατωτέρω απόσπασμα της υπ.αρ. 1030/2015 απόφασης του Αρείου Πάγου, δημοσιευμένης στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ.  «… Εξάλλου, από τις διατάξεις των άρθρων 281, 288, 588, 672, 752 και 766 του Α.Κ., συνάγεται η γενική αρχή του δικαίου, κατά την οποία επιτρέπεται σε κάθε περίπτωση να καταγγελθεί μία διαρκής έννομη σχέση, όπως είναι και η   μίσθωση κατοικίας, για σπουδαίο λόγο. Ως σπουδαίος λόγος θεωρείται κάθε περιστατικό που, κατά την καλή πίστη σε συνδυασμό με το σύνολο των περιστάσεων που συντρέχουν στη συγκεκριμένη περίπτωση, συντελεί ώστε να μην είναι πλέον ανεκτή η διατήρηση της ενοχικής σχέσης έως τον χρόνο της λήξης της. Μη ανεκτή είναι η συνέχισή της και όταν, σύμφωνα με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη, γίνεται υπέρμετρα δυσβάστακτη είτε για τα δύο μέρη είτε για το ένα μόνο από αυτά, όπως συμβαίνει σε περίπτωση που επήλθε ουσιώδης μεταβολή των προσωπικών ή περιουσιακών σχέσεων αμφοτέρων των μερών ή του ενός μέρους, ανεξαρτήτως της συνδρομής ή

Ένορκες βεβαιώσεις μετά την τροποποίηση του ν. 4335/2015. Προαποδεικτική προσκομιδή τους. Προθεσμία κλήτευσης και υπολογισμός της

Παρατίθεται κατωτέρω απόσπασμα της υπ.αρ. 49/2017 απόφασης του Ειρηνοδικείου Χανίων, δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών του ΔΣΑ. «… Μολονότι στο παρελθόν το αποδεικτικό μέσο των ενόρκων βεβαιώσεων αντιμετωπίσθηκε με ποικίλες επιφυλάξεις, εντούτοις με το ν. 2915/ 2001 γενικεύθηκε η χρήση του στο πλαίσιο της τακτικής διαδικασίας, ενώ με το ν. 3994/2011 αναγνωρίσθηκε νομοθετικά ως επώνυμο αποδεικτικό μέσο. Ήδη σήμερα, μετά το ν. 4335/2015, ο οποίος προσέθεσε στον ΚΠολΔ τα άρθρα 421-424 ΚΠολΔ, οι ένορκες βεβαιώσεις γνωρίζουν μια αναλυτική νομοθετική ρύθμιση για πρώτη φορά. Σύμφωνα με το άρθρο 421 ΚΠολΔ προβλέπεται ρητά ότι οι ένορκες βεβαιώσεις προσάγονται προαποδεικτικά, διατύπωση που υποδηλώνει τη λήψη της ένορκης βεβαίωσης πριν τη συζήτηση. Συνεπώς, όπως και στο προϊσχύσαν δίκαιο, οι ένορκες βεβαιώσεις πρέπει να προσκομίζονται στο πλαίσιο της τακτικής διαδικασίας προαποδεικτικώς μέσα στην προθεσμία του άρθρου 237 § 1 ΚΠολΔ (στις ειδικές διαδικασίες, μικροδιαφορές, α